μοσχοπουλάω

μοσχοπουλάω
μοσχοπουλάω (σπάν. μοσχοπουλώ), μοσχοπούλησα βλ. πίν. 58

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”